Sunday, January 23, 2011

να σου πω μια ιστορία ...

Χαμογέλασε, με κοίταξε στα στα μάτια και, χαμηλώνοντας τη φωνή όπως έκανε κάθε φορά που ήθελε να τον ακούσουν προσεκτικά, μου είπε:

"Να σου πω μια μια ιστορία..."

Και χωρίς να περιμένει να συμφωνήσω, ο Χόρχε άρχισε να αφηγείται:

Όταν ήμουν μικρός μου άρεσε πολύ το τσίρκο, και στο τσίρκο μου άρεσαν πιο πολύ τα ζώα.

Μου έκανε τρομερή εντύπωση ο ελέφαντας που, όπως έμαθα αργότερα, είναι το αγαπημένο ζώο όλων των παιδιών.

Στην παράσταση, το θεόρατο ζώο έκανε επίδειξη του τεράστιου βάρους του, του όγκου και της δύναμής του...

Όμως, μετά την παράσταση και λίγο προτού επιστρέψει στη σκηνή, ο ελέφαντας στεκόταν δεμένος συνεχώς σ΄ ένα μικρό ξύλο μπηγμένο στο έδαφος.

Μια αλυσίδα κρατούσε φυλακισμένα τα πόδια του.

Ωστόσο, το ξύλο ήταν αληθινά μικροσκοπικό κι έμπαινε σε ελάχιστο βάθος μέσα στο έδαφος.

Μολονότι η αλυσίδα ήταν χοντρή και ισχυρή, μου φαινόταν ολοφάνερο ότι ένα ζώο που μπορούσε να ξεριζώνει δέντρα με τη δύναμη του, θα μπορούσε εύκολα να λυθεί και να φύγει.

Το θεωρούσα αληθινό μυστήριο.

Μα τι τον κρατάει;

Γιατί δεν το σκάει;

Όταν ήμουν πέντε ή έξι ετών ετών πίστευα ακόμα στη σοφία των μεγάλων.

Ρώτησα τότε κάποιον δάσκαλο ,τον πατέρα μου ή ένα θείο μου, για το μυστήριο του ελέφαντα.

Κάποιος μου εξήγησε ότι ο ελέφαντας είναι δαμασμένος.

Έκανα τότε την προφανή ερώτηση: "Κι αφού είναι δαμασμένος, γιατί τον αλυσοδένουν;"

Δε θυμάμαι να πήρα κάποια ικανοποιητική απάντηση.

Με τον καιρό, ξέχασα το μυστήριο του ελέφαντα με το παλούκι, και το θυμόμουν μόνο όταν βρισκόμουν με κάποιους που είχαν αναρωτηθεί κάποτε πάνω στο ίδιο θέμα

Πριν από μερικά χρόνια ανακάλυψα - ευτυχώς για μένα - ότι κάποιος είχε αρκετή σοφία ώστε ν΄ ανακαλύψει την απάντηση.

Ο ελέφαντας του τσίρκου δεν το σκάει γιατί τον έδεναν σ΄ένα παρόμοιο παλούκι από τότε που ήταν πολύ, πολύ μικρός.

Έκλεισα τα μάτια και φανtάστηκα τον νεογέννητο ανυπεράσπιστο ελέφαντα δεμένο στο παλούκι.

Είμαι βέβαιος ότι τότε το ελεφαντάκι είχε σπρώξει, τραβήξει και ιδρώσει πασχίζοντας να λευτερωθεί.

Μα, παρόλες τις προσπάθειές του, δεν τα είχε καταφέρει, γιατί το παλούκι ήταν πολύ γερό για τις δυνάμεις του.

Φαντάστηκα ότι θα κοιμόταν εξαντλημένο και την επόμενη μέρα θα προσπαθούσε ξανά, και τη μεθεπόμενη το ίδιο...

…Ώσπου μια μέρα, μια φρικτή μέρα για την ιστορία του, το ζώο θα παραδεχόταν την αδυναμία του και θα υποτασσόταν στη μοίρα του.

Αυτός ο πανίσχυρος και θεόρατος ελέφαντας που βλέπουμε στο τσίρκο δεν το σκάει γιατί νομίζει ότι δεν μπορεί, ο δυστυχής.

Η ανάμνηση της αδυναμίας που ένιωσε λίγο μετά τη γέννησή του είναι χαραγμένη στη μνήμη του.

Και το χειρότερο είναι ότι ποτέ δεν αμφισβήτησε σοβαρά αυτή την ανάμνηση.

Ποτέ μα ποτέ δεν ξαναπροσπάθησε να δοκιμάσει τις δυνάμεις του...

Όλοι είμαστε λίγο - πολύ σαν τον τον ελέφαντα του τσίρκου.

Περιδιαβαίνουμε τον κόσμο δεμένοι σε εκατοντάδες παλούκια που μας στερούν την ελευθερία.



-Χόρχε Μπουκάϊ

Saturday, January 8, 2011

Η πρώτη γουλιά της μπύρας

ΕΙΝΑΙ Η ΜΟΝΗ που μετρά. Οι άλλες, όλο και μεγαλύτερης διάρκειας, όλο και λιγότερο βαρυσήμαντες, δεν σου προσφέρουν παρά ένα χλιαρό φούσκωμα, μιαν απλόχερη αίσθηση αφθονίας. Η τελευταία, ίσως, επανακτά κάποιο κύρος, γιατί ενέχει την απογοήτευση του πότη που συνειδητοποιεί ότι η μπύρα του τελείωσε.

Όμως, η πρώτη γουλιά! Στην πραγματικότητα, ξεκινάει πολύ πριν απ' το λαιμό. Από τα ίδια τα χείλη, με τη μορφή αυτού του αφρώδους χρυσού, της δροσιάς της ενισχυμένης απ' τον αφρό, και μετά, σιγά σιγά, πάνω στον ουρανίσκο η ευτυχία μετριάζεται απ' την πικρή γεύση. Πόσο μοιάζει να διαρκεί η πρώτη γουλιά! Τη ρουφάμε αμέσως, με προσποιητά ενστικτώδη απληστία. Στην πραγματικότητα, όλα είναι προκαθορισμένα: η ποσότητα, ούτε πολύ μεγάλη ούτε πολύ μικρή, τόση που καθιστά την αρχή ιδανική× η αίσθηση, απατηλή, μιας αγαλλίασης που μεγαλώνει όλο και περισσότερο. Την ίδια στιγμή, ξέρουμε πως το καλύτερο το γευτήκαμε κιόλας. Αφήνουμε κάτω το ποτήρι μας και το απομακρύνουμε λίγο πάνω στο τετράγωνο δισκάκι.

Απολαμβάνουμε το χρώμα, σαν ψεύτικο μέλι, ψυχρό κεχριμπάρι. Με φρόνιμες και υπομονετικές κινήσεις, θα θέλαμε να επιβληθούμε σε αυτό το θαύμα που μόλις συντελέστηκε κι εξαφανίστηκε ταυτόχρονα. Διαβάζουμε με ικανοποίηση πάνω στο ποτήρι το ίδιο το όνομα της μπύρας που παραγγείλαμε. Όμως, δοχείο και περιεχόμενο μπορούν να ανταλλάξουν όσες ερωταπαντήσεις θέλουν, χωρίς τίποτε πια να γίνει όσο ήταν. Θα θέλαμε να φυλάξουμε το μυστικό του καθαρού χρυσού και να το καταγράψουμε σ' ένα χημικό τύπο. Όμως, μπροστά στο λευκό τραπεζάκι με τις κεχριμπαρένιες ανταύγειες, ο απογοητευμένος αλχημιστής σώζει μόνο τα προσχήματα και πίνει όλο και περισσότερη μπύρα με όλο και λιγότερη χαρά. Είναι μια πικρή ευτυχία: πίνουμε για να ξεχάσουμε την πρώτη γουλιά.

-Φιλίπ Ντελέρμ